dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
αστυνομικό τμήμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Polizeidienststelle
Ⓦ
Ⓖ
…
αστυνομικό τμήμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Polizeirevier
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
αστυνομικό τμήμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Polizeistation
Ⓦ
Ⓖ
…
!
αστυνομικό τμήμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Polizeiwache
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)